Η ελληνική θρησκεία
είναι ποιητική δημιουργία που δεν έχει
παραχθεί από κάποιον ιδρυτή θρησκείας
αλλά από ένα σύνολο δημιουργών με την
συμμετοχή του λαού στην διάρκεια του
χρόνου..
Η ελληνική θρησκεία
δικαίως ονομάζεται εθνική θρησκεία εκ
του γεγονότος της συλλογικής ποιητικής
δημιουργίας της.
Η εθνική θρησκεία των
Ελλήνων συνενώνει την αισθητική παράσταση
με την νοητική προσέγγιση της Φύσης που
αμφότερα συνθέτουν το εθνικό φαντασιακό.
Έτσι η εθνική θρησκεία
αποτελεί μέρος της ελληνικής κοσμοθέασης
που περιλαμβάνει την φιλοσοφική και
επιστημονική έρευνα και την ποιητική
δημιουργία.
Με αυτή την έννοια , οι
μορφές των θεών που αναπαριστώνται στη
τέχνη, αποτελούν την υψίστη δημιουργική
παράσταση της ελευθερίας της σκέψης
και της ποίησης που στέκονται στη κορυφή
του μικρού ανθρώπινου διακόσμου που ο
ίδιος ο άνθρωπος δημιουργεί κατά
ανταπόκριση του μεγάλου διακόσμου της
αιώνιας Φύσης.
Αλλά αν η σκέψη και η
ποίηση είναι εκδηλώσεις της θείας
παρουσίας , τότε και η απόδοση τιμής στα
ύψιστα δημιουργήματα των θείων μορφών
μεταφέρει την τιμή προς την καθεαυτό
ουσία των θεών που δρουν στο βάθος της
κοσμικής δημιουργίας ως δυνάμεις
αχώρητες σε σωματικές μορφές κατώτερης
τάξης όπως είναι η ανθρώπινη μορφή.
Η προσιτή στην αισθητική
μας αντίληψη παράσταση των θεών δεν
εγκλωβίζει εντός της την ουσία των θεών,
αλλά ανοίγει την πύλη προς την κατανόηση
και αναγνώριση των θεών ως αρχετυπικών
ροπών της γενεσιουργού νοήσεως.
Η αισθητή και αισθητική
παράσταση των θεών μας είναι η γέφυρα
προς την κατανόηση της ύπαρξης τους που
προσεγγίζεται δια της νόησης.
Συνεπώς η λατρεία των
θεών δεν αποδίδεται στην αισθητή
παράσταση τους αλλά δια αυτής στην ουσία
των θεών.
Αυτό το διάμεσο των
ειδώλων του πραγματικού, είναι για τους
Έλληνες ο θαυμαστός ποιητικός διάκοσμος
που ομορφαίνει την ζωή και της προσφέρει
την χαρά του θεάματος και της γιορτής.
Για αυτό οι ναοί της
εθνικής θρησκείας πρέπει να κοσμούνται
από τα είδωλα των θεών τόσο τα ζωγραφικά
όσο και τα γλυπτικά, εν γνώσει της
διαφοράς ανάμεσα στο είδωλο και την
ουσία αλλά και του νοήματος της ύπαρξης
του ειδώλου.
Λουκάς Σταύρου